Χειρουργική του μεσοθωρακίου

           

            Θυμεκτομή

            Η θυμεκτομή πραγματοποιείται τις περισσότερες φορές για την εξαίρεση των θυμωμάτων που αποτελούν όγκους του θύμου αδένα (θυμωμεκτομή). Εκτός από το θύμο αδένα, ο οποίος μετά την ενηλικίωση ατροφεί και αντικαθίσταται από λιπώδη ιστό, κατά τη διάρκεια της θυμεκτομής αφαιρείται και το σύνολο του λιπώδους ιστού που τον περιβάλλει από το διάφραγμα έως τον τράχηλο και από το δεξιό έως το αριστερό φρενικό νεύρο. Ενώ τα θυμώματα είναι κατά κύριο λόγο καλά περιγεγραμμένοι μονήρεις όγκοι, η εκτομή όλου του ιστού από το πρόσθιο μεσοθωρακίο είναι σημαντική ογκολογικά, προκειμένου να αφαιρεθούν όλες οι θέσεις στις οποίες μπορεί να υπάρχει έκτοπος θυμικός ιστός και ο οποίος μπορεί να οδηγήσει σε τοπική υποτροπή. Εκτός από την περίπτωση των θυμωμάτων, η θυμεκτομή πραγματοποιείται σε επιλεγμένες ομάδες ασθενών με μυασθένεια gravis (χωρίς θύμωμα) με σκοπό τη βελτίωση των συμπτώματων τους, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις παρατηρείται και πλήρης ύφεση της νόσου. Η διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης είναι κατά μέσο όρο 2 ώρες, ενώ όταν επιλέγονται ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές (θωρακοσκοπική ή ρομποτική) η μετεγχειρητική ανάρρωση είναι σημαντικά πιο ανώδυνη με μέση διάρκεια νοσηλείας τις 3 ημέρες.

            Εκτομή άλλων όγκων του μεσοθωρακίου

            Η χειρουργική εκτομή πραγματοποιείται για την πλειοψηφία των όγκων του μεσοθωρακίου με εξαίρεση τα λεμφώματα και τα σεμινώματα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η χειρουργική εκτομή μπορεί να προηγείται ή να ακολουθεί άλλες θεραπείες, όπως χημειοθεραπεία και ακτινοθεραπεία, όπως στην περίπτωση των θυμωμάτων προχωρημένου σταδίου ή των μη σεμινωματώδων όγκων του μεσοθωρακίου. Η βασική αρχή της χειρουργικής εκτομής είναι η πλήρης αφαίρεση του νεοπλάσματος επί υγιών ορίων (ο όγκος θα πρέπει να περιβάλλεται από υγιή ιστό), οποτεδήποτε αυτό είναι δυνατό. Η έκταση και η διάρκεια των χειρουργικών αυτών επεμβάσεων κυμαίνεται και εξαρτάται αφενός από την ανατομική θέση του όγκου, αφετέρου από το μέγεθός και τη σχέση του με τις γειτονικές δομές. Η προσέγγιση επίσης εξαρτάται από τους προαναφερθέντες παράγοντες και μπορεί να περιλαμβάνει τη στερνοτομή, τη θωρακοτομή ή τις ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές, οι οποίες θα πρέπει να προτιμώνται στις περιπτώσεις που ο θωρακοχειρουργός κρίνει ότι είναι δυνατό. Η μετεγχειρητική ανάρρωση ακολουθεί τις ίδιες αρχές με τις άλλες θωρακοχειρουργικές επεμβάσεις και εστιάζει στην ταχεία κινητοποίηση του ασθενούς και στη φυσικοθεραπεία του αναπνευστικού συστήματος, το οποίο συνήθως δεν επηρεάζεται σημαντικά καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι απαραίτητη η εκτομή τμήματος του πνεύμονα.

            Μεσοθωρακοσκόπηση

            Η μεσοθωρακοσκόπηση είναι μία ως επί το πλείστον διαγνωστική χειρουργική επέμβαση, κατά την οποία μέσω μίας μικρής οπής στον τράχηλο, αμέσως πάνω από το ανώτερο άκρο του στέρνου (στερνική εντομή), εισάγεται ένα ειδικό εργαλείο (μεσοθωρακοσκόπιο), το οποίο προωθείται κατά μήκος της τραχείας στο μεσοθωράκιο. Μέσω του εργαλείου αυτού λαμβάνονται βιοψίες, συνήθως από τους λεμφαδένες της περιοχής ή από άλλους όγκους που μπορεί να αναπτυχθούν στην περιοχή αυτή του μεσοθωρακίου. Η διαδικασία αυτή είναι σύντομη, διαρκεί λιγότερο από μία ώρα και ο ασθενής μπορεί να εξέλθει του νοσοκομείου την ίδια ή την επόμενη ημέρα. Η κυριότερη ένδειξη της μεσοθωρακοσκόπησης είναι η διερεύνηση ύποπτων λεμφαδένων του μεσοθωρακίου σε ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα, καθώς η επιβεβαίωση λεμφαδενικών μεταστάσεων καθιστά απαραίτητη τη χορήγηση χημειοθεραπείας πριν τη χειρουργική εξαίρεση της κακοήθειας. Ενώ παλαιότερα η διενέργεια της μεσοθωρακοσκόπησης ήταν πολύ συνηθισμένη στους ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα, πλέον έχει σε σημαντικό βαθμό αντικατασταθεί από τη βρογχοσκοπική βιοψία των λεμφαδένων του μεσοθωρακίου (EBUS-TBNA). Παρόλ’αυτά, παραμένει μία πολύ χρήσιμη προσέγγιση για τις περιπτώσεις που η βρογχοσκοπική βιοψία είτε δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, είτε δεν είναι διαγνωστική.