This website uses cookies so that we can provide you with the best user experience possible. Cookie information is stored in your browser and performs functions such as recognising you when you return to our website and helping our team to understand which sections of the website you find most interesting and useful.
Σκαφοειδής θώρακας
Ο σκαφοειδής θώρακας είναι η συχνότερη συγγενής δυσμορφία του θωρακικού τοιχώματος. Η κατάσταση αυτή προσβάλλει αρκετά συχνότερα τους άρρενες και οφείλεται σε διαταραχή της ανάπτυξης των χόνδρων που συνδέουν τις πλευρές με το στέρνο. Συνήθως είναι εμφανής κατά τη γέννηση ή την πρώιμη βρεφική ηλικία και εξελίσσεται μέχρι την εφηβεία. Η υπερβολική ανάπτυξη των χόνδρων έχει ως αποτέλεσμα την βύθιση του κατώτερου τμήματος του στέρνου και τη δημιουργία της χαρακτηριστικής εισολκής. Ενώ παλαιότερα πιστευόταν ότι ο σκαφοειδής θώρακας είναι ως επί το πλείστον αισθητική διαταραχή, πλεόν έχει γίνει κατανοητή η συμμετοχή της κατάστασης αυτής στην πρόκληση καρδιολογικών και αναπνευστικών προβλήματων. Συγκεκριμένα, λόγω της μείωσης του όγκου του θωρακικού κλωβού λόγω της οπίσθιας μετατόπισης του στέρνου, η καρδιά είναι χρονίως συμπιεσμένη και παρεκτοπισμένη με αποτέλεσμα σε κάποιες περιπτώσεις να δυσχεραίνεται η λειτουργία της, ενώ ο περιορισμός των πνευμόνων και η διαταραχή της γεωμετρίας του αναπνευστικού μηχανισμού είναι πιθανό να προκαλούν εύκολη κόπωση ή δύσπνοια στα άτομα αυτά, ειδικά σε περιπτώσεις έντονης προσπάθειας όπως κατά τη διάρκεια αθλητικών δραστηριοτήτων. Ακόμα και απουσία καρδιολογικών ή αναπνευστικών διαταραχών τα περισσότερα άτομα με σκαφοειδές στέρνο αναφέρουν τη δυσαρέσκειά τους για την αισθητική αυτή διαταραχή. Σε κάποια από αυτά, η δυσαρέσκεια είναι τόσο έντονη που επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα της ζωής τους.
Η διάγνωση του σκαφοειδούς θώρακα γίνεται απλά από την παρατήρηση της εμβύθισης του κατωτέρου τμήματος του στέρνου μέσα στο θώρακα. Η οπίσθια αυτή μετατόπιση μπορεί να είναι συμμετρική ή ασύμμετρη. Η πλάγια ακτινογραφία θώρακος αναδεικνύει την οπίσθια μετατόπιση του στέρνου, αλλά συνήθως συνίσταται μία αξονική τομογραφία θώρακος με ενδοφλέβιο σκιαγραφικό αφενός για την καλύτερη απεικόνιση της διαταραχής και τον καθορισμό της σοβαρότητάς της, αφετέρου για να απεικονισθεί με λεπτομέρεια η ενδοθωρακική ανατομία ειδικά στις περιπτώσεις που αποφασισθεί χειρουργική διόρθωση. Η σπιρομέτρηση γίνεται με σκοπό να διαπιστωθεί εάν υπάρχει σημαντικός περιορισμός της αναπνευστικής λειτουργίας, ενώ η υπερηχογραφία καρδιάς μπορεί να αναδείξει πρόπτωση και ανεπάρκεια της μιτροειδούς βαλβίδας, συμπίεση της δεξιάς κοιλίας και περιορισμό του όγκου παλμού λόγω της συμπίεσης και της μετατόπισης της καρδιάς. Τέλος, η εργοσπιρομετρία πραγματοποιείται σε ασθενείς που αναφέρουν συμπτώματα κατά την κόπωση προκειμένου να διαπιστωθεί εάν τα συμπτώματα αυτά οφείλονται σε καρδιολογικά ή αναπνευστικά αίτια.
Η χειρουργική διόρθωση του σκαφοειδούς θώρακα αποσκοπεί αφενός στην αισθητική αποκατάσταση, αφετέρου στην αποκατάσταση της γεωμετρίας του θώρακα. Κατά πόσο η επαναφορά του στέρνου σε μία περισσότερο φυσιολογική θέση θα βελτιώσει τυχόν συμπτώματα και τις παραμέτρους της αναπνευστικής και καρδιακής λειτουργίας δεν είναι συχνά προβλέψιμο πριν τη χειρουργική επέμβαση. Παρόλ’ αυτά, πολλοί ασθενείς αναφέρουν βελτίωση της φυσικής τους δραστηριότητας και κυρίως της ποιότητας ζωής τους μετεγχειρητικά. Όσον αφορά την καλύτερη χρονική περίοδο για τη χειρουργική διόρθωση, αυτή είναι προς το τέλος της εφηβείας, οπότε και επιτυγχάνονται τα καλύτερα και πιο οριστικά αποτελέσματα.
Ο σκαφοειδής θώρακας μπορεί να διορθωθεί χειρουργικά είτε με την ανοικτή τεχνική (τροποποιημένη επέμβαση Ravitch), είτε θωρακοσκοπικά (επέμβαση Nuss). Μεταξύ των δύο τεχνικών δεν υπάρχει διαφορά όσον αφορά το μετεγχειρητικό αποτέλεσμα, παρόλ’ αυτά, η θωρακοσκοπική μέθοδος έχει ως αποτέλεσμα σημαντικά μικρότερο χειρουργικό τραύμα με την τοποθέτηση μεταλλικής ράβδου κάτω από το στέρνο, η οποία παραμένει στη θέση αυτή για 2 έως 3 χρόνια επαναφέροντας το στέρνο σε μία περισσότερο φυσιολογική θέση.