This website uses cookies so that we can provide you with the best user experience possible. Cookie information is stored in your browser and performs functions such as recognising you when you return to our website and helping our team to understand which sections of the website you find most interesting and useful.
Εμπύημα
Το εμπύημα είναι η λοίμωξη της υπεζωκοτικής κοιλότητας, του χώρου εντός του οποίου βρίσκεται ο πνεύμονας. Ενώ οι περισσότερες περιπτώσεις εμπυήματος σχετίζονται με προηγηθείσα λοίμωξη του αναπνευστικού (πνευμονία), άλλα αίτια περιλαμβάνουν τη ρήξη του οισοφάγου, το θωρακικό τραύμα και τις χειρουργικές επεμβάσεις στο θώρακα. Δυνητικά, οποιαδήποτε κατάσταση μπορεί να μεταφέρει παθογόνους μικροοργανισμούς στην υπεζωκοτική κοιλότητα, μπορεί να προκαλέσει εμπύημα. Τις περισσότερες φορές, το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενούς αποτρέπει ή περιορίζει την εξέλιξη του εμπύηματος και για το λόγο αυτό οι ανοσοκατασταλμένοι ασθενείς είναι οι πιο επιρρεπείς στην κατάσταση αυτή.
Το εμπύημα συνήθως ξεκινάει ως μία συλλογή υγρού στην υπεζωκοτική κοιλότητα (που οφείλεται για παραδείγμα στην υποκείμενη πνευμονία). Στη συνέχεια το υγρό αυτό επιμολύνεται και εξελίσσεται συχνά σε πυώδη συλλογή που χαρακτηρίζεται ως οξεία φάση του εμπύηματος. Η έντονη φλεγμονή που επικρατεί προκαλεί πάχυνση και ίνωση του σπλαγχνικού υπεζωκότα (η μεμβράνη που περιβάλλει τον πνεύμονα), δημιουργία διαφραγματίων, συμφύσεων και εγκυστώσεων. Η εξέλιξη από τη φάση του υγρού στην φάση της ίνωσης διαρκεί αρκετές εβδομάδες και στις περισσότερες περιπτώσεις, εάν το εμπυήμα δεν αντιμετωπιστεί, ο πνεύμονας ή μέρος του παγιδεύεται και δεν μπορεί να εκπτυχθεί πλήρως, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται η αποτελεσματικότητα της αναπνοής. Τα χαρακτηριστικά αυτά σηματοδοτούν τη χρόνια ή οργανωμένη φάση του εμπύηματος. Ανάλογα με την ένταση της φλεγμονής, το εμπύημα μπορεί να επεκταθεί σε γειτονικές δομές, όπως είναι το θωρακικό τοίχωμα, το μεσοθωράκιο και η περιτοναϊκή κοιλότητα, ενώ επίσης κάποιες φορές μπορεί να επηρεάσει τον πνευμονικό ιστό προκαλώντας μη αναστρέψιμη πνευμονική ίνωση.
Κλινικά ο ασθενής εμφανίζει τα κλασσικά σημεία της λοίμωξης (πυρετός, κακουχία, απώλεια βάρους) και αναφέρει συμπτώματα από το αναπνευστικό όπως δύσπνοια και βήχα με ή χωρίς θωρακικό άλγος. Η διάγνωση του εμπυήματος βασίζεται στην απεικόνιση (ακτινογραφία, αξονική τομογραφία θώρακος, υπερηχογράφημα) της παρουσίας υγρού, εγκυστώσεων και στεροποιημένου υλικού γύρω από τον πνεύμονα. Αρκετές φορές, με τις εξετάσεις αυτές φαίνεται και η χαρακτηριστική πάχυνση του υπεζωκότα που προκαλεί την παγίδευση του πνεύμονα. Η παρακέντηση και η ανάλυση του υγρού μπορεί να δώσουν πληροφορίες για τη φάση στην οποία βρίσκεται το εμπύημα, ενώ πολλές φορές δεν είναι δυνατή η απομόνωση του υπεύθυνου παθογόνου που προκάλεσε το εμπύημα.
Εκτός από τη χορήγηση αντιβιοτικών, η κύρια αντιμετώπιση περιλαμβάνει την παροχέτευση του υγρού με την τοποθέτηση παρόχετευσης θώρακος, η οποία πολλές φορές αντιμετωπίζει το πρόβλημα κατά τη διάρκεια της οξείας φάσης του εμπυήματος. Αντίθετα, σε προχωρημένες περιπτώσεις με παρουσία πολλαπλών εγκυστώσεων, πάχυνση του σπλαγχνικού υπεζωκότα και παγίδευση του πνεύμονα απαιτείται χειρουργική επέμβαση. Στις περιπτώσεις αυτές, οι ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές αρκετές φορές μπορεί να είναι αποτελεσματικές για την παροχέτευση του υγρού, τη διάσπαση των εγκυστώσεων και την ενιαιοποίηση του χώρου της υπεζωκοτικής κοιλότητας. Παρόλ’αυτά, όταν υπάρχει εκσεσημασμένη πάχυνση του υπεζωκότα και παγίδευση του πνεύμονα, μπορεί να χρειαστεί ανοικτή χειρουργική επέμβαση (θωρακοτομή) για την αποτελεσματικότερη αποφλοίωση του πνεύμονα. Αυτό θα εξασφαλίσει την πληρέστερη έκπτυξη του πνεύμονα και την καλύτερη δυνατή αναπνευστική λειτουργία μετεγχειρητικά.