Διαφραγματοκήλη

Η διαφραγματοκήλη αποτελεί προβολή και είσοδο μέρους του περιεχομένου και των οργάνων της κοιλιάς εντός της θωρακικής κοιλότητας μέσω ελλείμματος στο διάφραγμα, το οποίο αποτελεί τον κύριο αναπνευστικό μυ και φυσιολογικά χωρίζει το θώρακα από την κοιλιά. Οι διαφραγματοκήλες διακρίνονται στις συγγενείς, στις επίκτητες τραυματικής αιτιολογίας και στις παραοισοφαγικές. Στις συγγενείς διαφραγματοκήλες, που είναι παρούσες από τη γέννηση, το έλλειμμα οφείλεται σε διαταραχή της ολοκλήρωσης ανάπτυξης του διαφράγματος κατά την εμβρυική περίοδο. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι συγγενείς διαφραγματοκήλες διαγιγνώσκονται νωρίς μετά τη γέννηση, καθώς προκαλούν αναπνευστική δυσχέρεια στο νεογνό και θα πρέπει να διορθώνονται άμεσα χειρουργικά. Οι τραυματικές διαφραγματοκήλες οφείλονται σε ρήξη του διαφράγματος συνεπεία τραυματισμού και δημιουργίας ενός χάσματος που τις περισσότερες φορές δεν αναγνωρίζεται αμέσως λόγω μικρού μεγέθους, αλλά στη συνέχεια με την πάροδο του χρόνου σταδιακά μεγεθύνεται. Τέλος, οι παραοισοφαγικές διαφραγματοκήλες, που είναι και οι συχνότερες, οφείλονται σε διεύρυνση του φυσιολογικού ανοίγματος του διαφράγματος μέσα από το οποίο ο οισοφάγος περνάει από το θώρακα στην κοιλία. Μέσω του ανοίγματος αυτού σταδιακά ανεβαίνει το στομάχι, και σε σοβαρότερες περιπτώσεις και άλλα όργανα της κοιλιάς, προς το θώρακα.

Ανεξάρτητα από την αιτία της διαφραγματοκήλης οι αρνητικές πιέσεις στο θώρακα και οι θετικές πιέσεις στην κοιλιά προκαλούν τη σταδιακή μετατόπιση των περιεχομένων της κοιλιάς προς το θώρακα με αποτέλεσμα τη διεύρυνση του χάσματος. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα αφενός να συμπιέζεται ο πνεύμονας από τη διαφραγματοκήλη, αφετέρου και ανάλογα με τη θέση και το περιεχόμενο της διαφραγματοκήλης να προκαλούνται συνήθως συμπτώματα από το γαστρεντερικό σύστημα όπως δυσπεψία, δυσκοιλιότητα ή γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, όπως επίσης και θωρακικό ή κοιλιακό άλγος, ενώ σε περισσότερο ακραίες μορφές η περίσφιξη στη βάση της διαφραγματοκήλης μπορεί να προκαλέσει τμηματική νέκρωση του περιεχομένου της, κατάσταση επείγουσα που χρειάζεται άμεση χειρουργική διόρθωση.

Η διάγνωση μπορεί να είναι τυχαία στα άτομα χωρίς συμπτώματα κατά τη διάρκεια μίας ακτινογραφίας ή αξονικής τομογραφίας θώρακος. Η αξονική τομογραφία πραγματοποιείται επίσης και για τους ασθενείς που αναφέρουν τα παραπάνω συμπτώματα και αναδεικνύει την παρουσία της διαφραγματοκήλης, τη θέση, το μέγεθος και το περιεχόμενό της. Άλλες εξετάσεις που μπορούν να πραγματοποιηθούν για την εκτίμηση μίας διαφραγματοκήλης περιλαμβάνουν την ενδοσκόπηση και τη μανομετρία οισοφάγου.

Η αντιμετώπιση των διαφραγματοκηλών εξαρτάται από το είδος τους και από την παρουσία συμπτωμάτων. Οι συγγενείς διαφραγματοκήλες όταν ανακαλύπτονται και προκαλούν αναπνευστική δυσχέρεια στο νεογνό θα πρέπει να διορθώνονται χειρουργικά. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι συγγενείς διαφραγματοκήλες μπορεί να διαγνωσθούν αργότερα κατά την ενήλικη ζωή. Στις περιπτώσεις αυτές διορθώνονται χειρουργικά όταν προκαλούν συμπτώματα, ενώ για τους ασυμπτωματικούς ασθενείς ενδείκνυται η παρακολούθηση. Οι τραυματικές διαφραγματοκήλες όταν διαγιγνώσκονται άμεσα μετά τον τραυματισμό θα πρέπει να διορθώνονται με λαπαροσκόπηση, ενώ όταν ανακαλύπτονται καθυστερημένα θα πρέπει να αντιμετωπίζονται χειρουργικά μέσω θωρακοτομής για την πρόληψη της περίσφυξης του περιεχομένου τους. Τέλος, οι παραοισοφαγικές διαφραγματοκήλες όταν δεν είναι μεγάλες και δεν προκαλούν συμπτώματα μπορούν να τεθούν υπό παρακολούθηση. Για τους ασθενείς με συμπτώματα από το γαστρεντερικό σύστημα η αντιμετώπιση είναι αρχικά φαρμακευτική, ενώ εάν αυτή αποτύχει να ελέγξει τα συμπτώματα, συνίσταται η χειρουργική διόρθωση.